ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Προσευχή

Οι περισσότεροι που έρχονται στα Κατουνάκια, πες μας, λένε. Ε, να σας πω ότι, αφιερώστε τουλάχιστον το εικοσιτετράωρο μισή ώρα. Όποια ώρα, κατά την κοσμικιά δέκα, έντεκα προ μεσονυκτίου. Και να λέτε την ευχούλα δίχως να κρατάτε κομποσχοίνι στο χέρι σας. Ικετευτικά, παρακλητικά, κλαψιάρικα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έτσι.

Καλλιέργησέ το αυτό και θα δεις τι καρπό θα βγάλει. Από μισή ώρα θα το κάνεις κατόπιν μια ώρα∙ και πρόσεξε ότι εκείνην την ώρα είτε το τηλέφωνο θα σου χτυπήσει ή α, αυτήν την δουλειά πρέπει να την κάνω τώρα ή ύπνος θα σε χτυπήσει ή καμία βλασφημία θα σε χτυπήσει εκείνην την ώρα. Τίποτες. Κλείστο το τηλέφωνο, τελείωσε όλες τις δουλειές σου και κάνε αυτό, μισή ώρα, όχι περισσότερο. Και θα δεις, αυτό είναι, θα φυτέψεις ένα δεντράκι κι αύριο-μεθαύριο θα κάνει καρπό. Κι ο άγιος Χρυσόστομος κι ο άγιος Βασίλειος απ΄ αυτό άρχισαν. Μικρό δεντράκι κι έγιναν φωστήρες της Οικουμένης.
----------
Η ασματική Νύμφη όταν έφυγε με τον λογισμό της από τη γη, διότι της είπαν ότι στον ουρανό υπάρχει ο Νυμφίος σου, επήγε στους ουρανούς, και είπε στους αγγέλους:
− Παραμερίστε, παραμερίστε.
− Τι θέλεις;
-Θέλω τον Νυμφίο μου, λέει.
−Και τι τον θέλεις;
−Θέλω να τον δω.
Και έδειξε το δαχτυλίδι το οποίο εχάρισε ο Χριστός απάνω εις την κουρά. Εχάρησαν τα τάγματα των αγγέλων, όταν είδαν το δαχτυλίδι, ως η Μεγαλομάρτυς και πάνσοφος Αικατερίνη.
Όταν δε κατόπιν έδειξε και το Σχήμα το αγγελικό, ανεβόησαν, κεκράγεσαν, επήρθη το υπέρθυρον εκ της βοής αυτών, εκ της χαράς, διότι εισήλθεν άνθρωπος εις το τάγμα τους. Και ήρξαντο να εναγκαλίζουν και να φιλούν την ασματική Νύμφη.
Ξαφνικά εσιώπησαν. Διότι διετάχθησαν να σιωπήσουν. Και μία φωνή ως αύρα λεπτή ηκούσθη [όπως εχθές διαβάσαμε τον Προφήτη Ηλία, ούτε εις την φωτιά, ούτε εις τον συσσεισμό, ούτε σ’ αυτό, δεν ήταν ο Θεός. Στην αύρα λεπτή (Γ΄ Βασ. 19, 11-12)]:
−Και ίνα τι με ζητείς εδώ; Δεν ξέρεις ότι μέσα στην καρδιά σου υπάρχω;
Ε, τότες η ασματική Νύμφη συνήλθε, όπως ο θείος Αυγουστίνος, και είδε μέσα της Αυτόν τον οποίον ζητούσε και έτρεχε στα βουνά και στα όρη να ζητήσει, τον είδε μέσα της. Όντως «η Βασιλεία των Ουρανών εντός ημών εστί»! (Λουκ. 17,21).
Κάτι τέτοιες θεωρίες έρχονται μέσα εις την ησυχία της νυκτός. Οπότε κατόπιν ο άνθρωπος κατά το μέτρο του απολαμβάνει. Τίποτε δεν θέλεις εκείνη την ώρα, μόνον αυτήν τη θεωρία, αυτήν τη γλυκύτητα, αυτήν την πνευματική ηδονή να αισθάνεσαι. Και στην κόλαση να υπάγω, αυτό να αισθανθώ, δεν το θεωρώ τίποτες. Δεν είμαι μέσα στην κόλαση.
--------------
Δοκίμασε τον εαυτό σου, πάρε το κομποσχοινάκι σου, κάθησε μια ώρα, κάνε κομποσχοίνι, κουράστηκες. Ε, τότες θέλεις άλλην τροφή, βάλε λίγη ανάγνωση ή ψάλλε ή κάνε κανένα άλλο έτσι σωματικό έργο, να πούμε. Η αλλαγή δηλαδή της πνευματικής τροφής ωφελεί, πολύ ωφελεί….
--------------

Ένα όνομα να θυμηθείς για την άλλη ζωή, αυτό σε πυρώνει, οπότε όλα τ’ άλλα σβήνουνε και μένει αυτό το όνομα. Μόνο ένα όνομα ή τα αιώνια αγαθά. Δηλαδή αυτό που πέρασα, αυτό λέω, τ’ άλλα που δεν πέρασα, δεν μπορώ να τα πω.
Τα αιώνια αγαθά! Η αιώνιος ζωή! H αιώνιος μακαριότης! Τακ, σταματάει ο νους. Μπορείς εκείνην την ώρα να επιβληθείς στον εαυτό σου, να διαβάσεις ευχές Λειτουργίας; Δεν μπορείς. Αυτό σε φθάνει. Οπότε, όταν προχωράς ιδίως στο «Ευλογημένη η Βασιλεία», δεν μπορείς να προχωρήσεις, πάτερ. Ενώνεσαι με τον Θεό! Το πνεύμα σου με το Πνεύμα. Ενώνεσαι! Οπότε κατόπιν ούτε και μπορείς να προχωρήσεις, και από τα δάκρυα ιδίως, πώς να πω τώρα, σε πιάνει ένας ίλιγγος, σε πιάνει όχι φρίκη, γλυκιά φρίκη! Πώς να πω τώρα; «Τις ειμί εγώ, Κύριε, και τις ο οίκος του πατρός μου» (Β΄ Βασ. 7, 18), ώστε και μένα με γνωρίζει ο Θεός! Είσαι βαπτισμένος, πάτερ, και σε γνωρίζει και σένα ο Θεός. Μέχρι εκεί σταματάς. Σταματάει κι η λογική, σταματάνε όλα. Δεν μπορείς, πάτερ, να αυτοκυριαρχήσεις, να προσευχηθείς. Εκεί σταματάει. Δεν μπορείς, μόνο κάθεσαι και κλαις, και κλαις, και κλαις, και κλαις και δεν μπορείς να μιλήσεις τίποτες.
--------------

Εσύ μπορείς να κατανυγείς και να μη σε παίρνει ο άλλος μυρωδιά. Κι εγώ εδώ κι εσύ εκεί και μπορεί να προσευχώμεθα και να κλαίμε και να μη μ’ ακούς εσύ. Αυτό μας εδίδαξαν οι πατέρες. Όχι να φυσάς και να κραυγάζεις ότι κατανύσσεσαι. Όχι, δεν είναι καλογερικό αυτό.
--------------

Ο Γέροντας είχε βγει έξω τη διακαινήσιμο εβδομάδα∙ πάνε πολλά χρόνια. Είπε ο γέρο-Ιωσήφ εις την Γερόντισσα Ευπραξία και τις άλλες αδελφές: «Βρήκα ένα παπαδάκι καλό» (για μένα έλεγε). Συνεννοήθηκε η Γερόντισσα με τις άλλες, και μου πλέξανε ένα σκουφάκι.
Όταν ήρθε ο γέρο-Ιωσήφ, πήγε εις τις αλυκές∙ δεν ανέβηκε επάνω εις το σπίτι. Κατεβήκαμε όλοι κάτω. Λέει ο Γέροντας: «Βρε παπά, πάρε αυτό το σκουφάκι». Μόλις το φόρεσα εγώ το σκουφάκι αυτό, άναψα από προσευχή και θείο έρωτα! «Τι σκουφί είναι αυτό, Γέροντα;» του λέω. «Να ήξερες», λέει ο Γέροντας, «τι προσευχές έκανε η Γερόντισσα Ευπραξία σ’ αυτό το σκουφάκι!».
--------------


Η Γερόντισσα Ευπραξία έστειλε ένα κομποσχοινάκι. Νομίζω ήτανε πενηντάρι. «Γέροντα», λέω, «δώσε μου αυτό το κομποσχοινάκι». «Πάρ’το», μου λέει. Εις την εικόνα που μου είχε δώσει ο Γέροντας, (μία εικόνα και ένα πολυσταύρι), το κρέμασα αυτό το κομποσχοινάκι. Και όταν αυτό ευωδίαζε την ημέρα, ήξερα ότι το βράδυ θα έχω προσευχή. Όταν δεν ευωδίαζε το κομποσχοινάκι, δεν είχα προσευχή. Χρόνια πολλά αυτό.
--------------

Η προσευχή, το κομποσχοίνι, η ελεημοσύνη νικά το έλεος του Θεού. Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη από το έλεος του Θεού.

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000

 

Μία αλλαγή τόπου δεν φέρνει τον Θεό κοντύτερα σε σας. Άσχετα από το που μπορεί να είστε, ο Κύριος θα ρθεί σε σας αν η ψυχή σας είναι τέτοια, ώστε να μπορεί να κατοικήσει και να βαδίσει μέσα σας.

Αλλά αν ο έσω άνθρωπος μέσα σας είναι γεμάτος απάτη, τότε, ακόμα κι αν στέκεστε στον Γολγοθά ή στο Όρος των Ελαιών, ή κάτω από το μνημείο της Αναστάσεως, είστε τόσο μακριά από του να λάβετε τον Χριστό μέσα σας όσο ένας που δεν έχει ακόμα αρχίσει να ομολογεί πίστη σ᾽ Αυτόν».

Αντίθετα, «η αληθινή Βηθλεέμ, και ο αληθινός Γολγοθάς, και το αληθινό Όρος των Ελαιών, και η αληθινή Ανάσταση, όλα βρίσκονται στην καρδιά του ανθρώπου που έχει τον Θεό».

Τι θα βρούμε στα Ιεροσόλυμα που είναι νέο; «θα βρούμε ότι ο Χριστός που φανερώθηκε εκεί ήταν ο αληθινός Θεός, αλλά αυτό το ομολογούμε πριν έλθουμε στα Ιεροσόλυμα και μετά το ταξίδι μας η πίστη μας ούτε μειώθηκε ούτε αυξήθηκε.

Γνωρίζαμε επίσης ότι Αυτός έγινε άνθρωπος δια της Παρθένου πριν πάμε στη Βηθλεέμ. Πιστεύαμε στην Ανάσταση των νεκρών πριν δούμε τον τάφο Του. Ομολογούμε την αλήθεια της Αναλήψεως πριν δούμε το Όρος των Ελαιών. Είναι πιο σπουδαίο να «μεταβούμε από το σώμα προς τον Κύριό μας παρά να ταξιδέψουμε από την Καππαδοκία στην Παλαιστίνη».

Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης

(απὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ (ΕΡΓΑ 7), "Οι Ανατολικοί Πατέρες του τετάρτου αιώνα", ελλ. μετ. Π.Κ. Πάλλη, Θεσσαλονίκη: εκδ. Πουρναρά,1991, σελ. 221-231)

Λουκά ι’ 21

Είναι από τις λίγες στιγμές που ένοιωσε ο Ιησούς επί της γης.
Εβδομήντα μαθηταί του —ένας ολόκληρος στρατός σωτηρίας— γυρίζουν
γεμάτοι ενθουσιασμό για την αποτελεσματικότητα του έργου τους,
δηλώνοντας στον Κύριο, ότι «και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν
εν τω ονόματί σου». Ο Ιησούς θα μπορούσε να χειροκροτήση,
ακούοντας την ενθαρρυντική αυτή αναφορά, που είναι το πρώτο
ανακοινωθέν νίκης της Εκκλησίας του. Προτιμάει όμως να δοξολογήση
τον Πατέρα του και να μακαρίση τους μαθητάς του.
Το ξεκίνημα της Εκκλησίας ήταν γεμάτο ελπίδες και ενθουσιασμούς.
Οι μαθηταί αυξάνονταν. Σήκωναν ψηλά τη σημαία του Χριστού
και άρχιζαν να κερδίζουν νίκες, τη μια μετά την άλλη.
Ο Ιησούς σκιρτούσε και στο πρόσωπό του διαγραφόταν η χαρά.
Ένοιωθε σίγουρος για την τελική και ολοκληρωτική νίκη.
«Πάντα μοι παρεδόθη υπό του Πατρός μου» δήλωσε, γεμάτος ικανοποίησι,
την ώρα εκείνη. Η στρατηγική όμως του ουράνιου Αρχηγού του αγώνος
της σωτηρίας του ανθρώπου ήταν διαφορετική:
«Δια της αποτυχίας του Σταυρού η νίκη». Αυτή την πρωτοφανή
στρατηγική θα την απεκάλυπτε ο Πατήρ στον αρχιστράτηγο
Ιησούν στην κατάλληλη στιγμή.

«Ώσπερ πατήρ αγαθός παίδας ιδών κατορθώσαντάς τι,
ούτω και Σωτήρ αγάλλεται, ότι τοιούτων αγαθών ηξιώθησαν
οι απόστολοι» (Υ Λ 315).

Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός,
εκ. Γρηγόρη, σελ.106-107)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 17

Στίχ. 11-19. Η θεραπεία των δέκα λεπρών.
17.15 εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε(1)
μετὰ φωνῆς μεγάλης(2) δοξάζων τὸν θεόν(3),
15 Ένας απ’ αυτούς, όταν είδε ότι θεραπεύτηκε,
γύρισε δοξάζοντας με δυνατή φωνή το Θεό,
(1) Εφόσον πλέον οι δέκα λεπροί δεν ήταν συμμέτοχοι στη θλίψη
και αθλιότητα, οι 9 από αυτούς, που ήταν Ιουδαίοι,
θα ευχαριστήθηκαν, όταν ο Σαμαρείτης γυρίζοντας τους εγκατέλειψε (p).
Για αυτό και δεν ενδιαφέρθηκαν να πληροφορηθούν που μετέβαινε αυτός.
«Παρόλο όμως που ήταν Ισραηλίτες, φάνηκαν αχάριστοι, ενώ ο Σαμαρείτης…
επέστρεψε και άφηνε να βγει η φωνή της ευγνωμοσύνης» (Θφ).
(2) Εκφράζοντας έτσι όχι μόνο τη χαρά, αλλά και την ζωηρότατη
ευγνωμοσύνη του προς αυτόν που τον θεράπευσε.
(3) «Διότι πίστευαν ότι ο Χριστός είναι μεν κάποιος μεγάλος
και μεγαλοδύναμος, δεν πίστευαν όμως ακόμη ότι είναι
και από τη φύση του Θεός» (Ζ). Όταν πρόκειται για το Θεό
χρησιμοποιείται το ρήμα δοξάζω, το οποίο μπορεί να συνυπονοήσει
και λατρευτικές εκδηλώσεις, ενώ στον επόμενο στίχο χρησιμοποιείται
το ευχαριστώ, με το οποίο δηλώνεται η ευγνωμοσύνη (g).

Προσευχή
Το κομποσχοινάκι είναι θαυματουργό!
Η καλύτερη προσευχή είναι ό,τι εσύ επινοείς εκείνη την ώρα. Δεν είναι μόνον, θέλω να διαβάσουμε Μετάληψη να μεταλάβουμε, τρόπον τινά, αύριο. Α, «από ρυπαρών χειλέων, από βδελυράς καρδίας...»· διαβάζουμε, ούτε καταλαμβάνουμε τι λέμε. Εσύ ο ίδιος να βρεις προσευχή, εσύ ο ίδιος· οπότε καταλαμβάνεις τι λες εις τον Θεό. Αυτό έχει μεγάλη δύναμη, να πούμε, μεγάλη δύναμη!
----------
Ε, ας υποθέσουμε ότι αύριο θα μεταλάβουμε. Θα ΄ρθει ουσιωδώς ο Παράκλητος να αγιάσει τα Δώρα· πώς θα τον υποδεχθείς; «Στο ελέος Σου, στην ευσπλαχνία Σου, συγχώρεσε με, άνθρωπος είμαι, συγχώρεσέ με». Έχει δύναμη διότι το λες και το καταλαμβάνεις, από μέσα απ’ την ψυχή σου βγαίνει αυτή η ευχή, να πούμε. Διότι πολλές φορές διαβάζουμε, αλλού τρέχει ο νους, αλλά αυτό που βγαίνει από μέσα σου το καταλαμβάνεις τι λες.
-----------
Η ευχή (προσευχή) είναι ο καθρέφτης του Μοναχού.
------------
Ο άγιος Χρυσόστομος λέει: Μπορεί ο άνθρωπος, ο οποίος από ανάγκη δεν πηγαίνει στην εκκλησία, να κάνει τον εαυτό του Θυσιαστήριο, λέει, προσευχόμενος.
Οι άνθρωποι στον κόσμο είναι και επιστήμονες, ούτε το Σάββατο δεν μπορούν να πάνε στην εκκλησία, την Κυριακή, έχουνε την υπηρεσία αυτήν την ώρα. Μπορείς αυτήν την ώρα να κάμεις τον εαυτό σου Θυσιαστήριο λέγοντας την προσευχή.
-------------
Θέλεις να γίνεις ένας καλόγηρος πολύ καλός; Μην αφήνεις την ευχή. Κατά το μέτρο σου και η ευχή σου.
--------------
Έλεγα και εγώ στον Γέροντα: «Γέροντα, και στην κόλαση να πάω δε φοβάμαι, αρκεί την ευχή να λέω». Τόση γλυκύτητα, τόση χαρά σου παραδίδει μέσα αυτή η ευχούλα -μικρή είναι, αλλά πόση δύναμη έχει! Οπότε λες, και στην κόλαση να πάω δεν φοβάμαι, θα λέω την ευχή και στην κόλαση. Αυτά δέστε τα, γιατί τα περάσαμε και τα παραδίδομε και σε εσάς.
--------------
Εμείς είμαστε ραφτάδες στον Άγιο Παύλο, κι όμως ως αρχάριος δεν είχα γνωρίσει ακόμη τον γέρο- Ιωσήφ. Φεύγοντας από το σπίτι πήρα το κομποσχοίνι να πάω στον Άγιο Παύλο. Κατουνάκια-Άγιος Παύλος είναι δυόμιση ώρες. Πέρασα τη Μικρή Αγία Άννα, πέρασα την Αγία Άννα, κατηφορίζω λοιπόν για τη Νέα Σκήτη. Όταν έφτασα κοντά στον μύλο, εκεί από πάνω από τον Ευαγγελισμό, ξύπνησα! Βρε, λέω, πότε έφτασα εδώ πέρα; Είχα αφοσιωθεί τόσο πολύ στην ευχή που δεν έβλεπα τον δρόμο!
------------
Θα κάνεις εργόχειρο, κάνεις ένα διακόνημα, μην αφήνεις την ευχούλα, γιατί και η ευχή σε θεοποιεί. Το πρώτο- πρώτο πατέρες, που θα αισθανθείτε, θα είναι η χαρά! Το πρώτο στάδιο, το πρώτο σημείο, το οποίο θα αισθανθείτε λέγοντας την ευχή, είναι η χαρά. Και η χαρά δεν είναι τίποτες άλλο, ένα πετραδάκι στην ακροθαλασσιά, είναι το πράγμα ότι μέσα αρχίζεις και φωτίζεσαι! Γι΄ αυτό λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα και αυτό θα σε φέρει σε άλλη κατάσταση πολύ καλύτερη, την οποία όσο και να σκεφθείς δεν μπορείς να σκεφθείς.
Ο μαθητής του δημοτικού σχολείου δεν μπορεί να καταλάβει τα του γυμνασίου ούτε του γυμνασίου του πανεπιστημίου. Αλλά όταν η χάρις θέλει να έρθει μέσα σου, θα το καταλάβεις ότι είσαι τώρα μαθητής του γυμνασίου, είσαι μαθητής του πανεπιστημίου, ο ίδιος θα το καταλάβεις.
-------------
Μία ψυχή πήγε στην τουαλέτα και έλεγε την ευχή. Α, και φανερώνεται ο διάβολος εκεί. Βρε συ, λέει, βρώμικη ευχή λες. Α, μα και ο καλόγηρος: Άκουσε, αποστάτα της θείας Μεγαλειότητος, λέει, η κένωσις του σώματος πηγαίνει κάτω, η κένωσις της ψυχής πηγαίνει απάνω, δεν έχει καμιά ένωση.
-------------
Στο σπίτι μας παραπάνω καθόταν ένας καλόγηρος και, κρίσις Θεού, ήτανε δαιμονισμένος. Οι γέροι δεν μπορούσαν να έρχονται κάτω στο σπίτι μας, να μεταλάβουν, και πήγαινα εγώ στο σπίτι τους απάνω, που είναι ο πάτερ- Γεδεών εκεί απάνω, και τους μετελάμβανα. Πήγαινα στο Ιερό, έβγαζα το Αρτοφόριο, ερχόντουσαν οι γέροι στην Ωραία Πύλη εκεί και τους μεταλάμβανα. Αυτός μου ΄λεγε: «Ο διάβολος εκεί κάθεται στην άκρη, στη Λιτή». Του λέω: «Τον βλέπεις;» «Τον βλέπω», λέει. Και ο ίδιος έλεγε ότι: «Όταν λέω την ευχή ταράττεται ο διάβολος, όταν λέω δεύτερη φορά αφρίζει· την τρίτη ευχή άφαντος γίνεται!». Να η δύναμη της ευχής. Αυτό που λένε τα βιβλία μας ότι:
-Παιδί μου, λέει ο Γέροντας, πες την ευχή.
-Μα λέω και δεν καταλαμβάνω τίποτες.
-Δεν καταλαμβάνεις, λέει, εσύ, αλλά ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.
Να, σ’ αυτόν τον καλόγηρο.
Α, να πούμε και τον άλλον με το καλάθι.
Ένας υποτακτικός, σαν ο Γέροντας τώρα, λέει τον πάτερ-Αρσένιο:
-Λέγε την ευχή.
-Λέω την ευχή, δεν καταλαμβάνω τίποτε.
-Ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.
-Ε, και πού θα καταλάβω εγώ;
-Ε, καλά, παιδί μου, θέλεις να δεις θαύμα;
-Ναι, θαύμα θέλω να δω, Γέροντα.
-Καλά, του λέει, θα προσευχηθώ στον Θεό να σου δείξει θαύμα, να καταλάβεις πόση δύναμη έχει η ευχή. (Τα γράφουν τα πατερικά βιβλία).
-Καλά.
Έκανε προσευχή ο Γέροντας, έκανε και νηστεία, τριήμερο νηστεία.
-Έλα εδώ, παιδί μου, τώρα, πάρε το καλάθι, πήγαινε απάνω στη βρύση να το γιομίσεις νερό.
-Γέροντα, με συγχωρείς, εγώ, λέει, τα μυαλά μου τα ΄χω, το καλάθι θα γιομώσω νερό έξω;
-Καλά, παιδί μου, δεν είπες ότι θέλεις να δεις θαύμα; Να δεις τι δύναμη έχει η ευχή; Δεν θέλεις;
-Ναι, λέει.
-Ε, κάνε αυτό που σου λέω, αλλά θα λες την ευχή, όλο την ευχή θα λες.
-Να ‘ναι ευλογημένο.
Πάει. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», βάζει το καλάθι στη βρύση από κάτω. Το νερό γιομίζει το καλάθι, δεν τρέχει το καλάθι, αλλά λέει την ευχή. Εννοείται ο Γέροντας στο δωμάτιο προσηύχετο να του δείξει ο Θεός θαύμα στον παραγυιό του. Το γιόμωσε το καλάθι. Μόλις το είδε, τρέχει λοιπόν να το δείξει στον Γέροντα. «Γέροντα, γιόμωσε το καλάθι νερό!» Στον δρόμο λοιπόν φανερώνεται ο διάβολος με μορφή ανθρώπινη, λέει:
-Καλόγερε, πού πας;
-Πάω στον Γέροντα μου.
-Πώς σε λένε;
-Γεώργιο.
-Πόσα χρόνια έχεις καλόγερος;
-Πέντε-έξι
-Τι δουλειά κάνεις;
-Σφραγίδια
Πάει έφυγε το νερό κάτω! Έπιασε την αργολογία, άφησε την ευχή, πήγε στον Γέροντα με άδειο το καλάθι!
-Τι συμβαίνει, παιδί μου;
-Γέροντα, έτσι και έτσι.
-Άφησες την ευχή, παιδί μου, γι’ αυτό έφυγε το νερό. Βλέπεις όταν έλεγες την ευχή, το καλάθι κρατούσε το νερό, όταν σταμάτησες κι άρχισες την αργολογία, έφυγε το νερό.

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000

 

Λουκά στ΄ 19
Ήταν συγκλονιστική εμπειρία για τους αδυνάτους ανθρώπους
το άγγιγμα του Ιησού. Μια δύναμις τους διαπερνούσε, θεραπεύοντάς τους.
Ο Ιησούς ήταν μια πηγή η οποία διοχέτευε δύναμι σ’ όποιον τον άγγιζε...
Μόλις η αιμορροούσα έψαυσε το ιμάτιο του Ιησού θεραπεύθηκε.
«Ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής». Σαν ηλεκτρικό ρεύμα
την διεπέρασε η δύναμις του Χριστού και τη θεράπευσε (Μαρκ. ε' 29).
Ήταν ακόμη τα πρώτα χρόνια της δράσεως του Ιησού. Ο κόσμος γεμάτος
μεσσιανική αισιοδοξία κατέφευγε κοντά του, σαν τα διψασμένα ελάφια.
Τον άκουγαν, τον έβλεπαν, τον άγγιζαν, έσβηναν τη δίψα της ψυχής των
κι έφευγαν από κοντά του φωτισμένοι και θεραπευμένοι. Τί ωραία χρόνια!
Η δύναμις του Αγίου Πνεύματος, που είχε πληρώσει την ύπαρξί του,
εκδηλωνόταν συνεχώς και πραγματοποιούσε «σημεία» θαυμαστά και πρωτοφανή.
Ο Ιησούς είχε πια αναδειχθή έργω και λόγω ο Μεσσίας.
Η βασιλική του ρομφαία (Ψαλμ. 44, 4) του έδινε συνεχώς καινούργιες νίκες.
Όλα έδειχναν, ότι το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου θα κερδιθή
με την «μάχαιραν του Πνεύματος ο έστι ρήμα Θεού»(Εφεσ. στ' 7).
Αυτή την εποχή η δύναμις του Ιησού είχε φθάσει στο κατακόρυφο.
Όχι μόνο ο ίδιος ήταν γεμάτος δύναμι, αλλά η δύναμίς του υπερχείλιζε
και χυνόταν προς τα έξω. Ο Ιησούς είχε κάθε λόγο να πιστεύη και να ελπίζη,
ότι το έργο του θα το φέρη εις πέρας με τη δύναμι του Πνεύματος.


Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός,
εκ. Γρηγόρη, σελ.104-105)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 17

Στίχ. 11-19. Η θεραπεία των δέκα λεπρών.
17.14 καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς, Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς(1)
τοῖς ἱερεῦσιν(2). καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν(3).
14 Βλέποντάς τους εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε να σας εξετάσουν οι ιερείς».
Και καθώς πήγαιναν, καθαρίστηκαν από τη λέπρα.
(1) «Χωρίς να τους έχει ακόμη καθαρίσει, τους στέλνει να εμφανιστούν
στους ιερείς… Αυτό βεβαίως το έκανε, δοκιμάζοντας την πίστη τους·
αυτοί λοιπόν, αφού πίστεψαν ότι μπορεί καθώς πορεύονται να τους καθαρίσει,
βάδιζαν αδίστακτα» (Ζ).
(2) «Διότι οι ιερείς εξέταζαν τους λεπρούς και από εκείνους δέχονταν
την απόφαση για το αν είναι καθαροί από τη λέπρα ή όχι. Διότι είχαν
σημάδια οι ιερείς, με τα οποία χαρακτήριζαν την ανίατη λέπρα…
Και προσφερόταν δώρο (από τους θεραπευμένους) αυτό που διέταξε ο νόμος» (Θφ).
Ο πληθυντικός στους ιερείς=καθένας από τους 10 θα πορευόταν στον ιερέα,
τον κοντινό στο σπίτι του. Στο κεφ. ε 14 λέει «στον ιερέα» διότι
ήταν ένας μόνο λεπρός. Επιπλέον ο Σαμαρείτης θα πορευόταν στον ιερέα
στο όρος Γαριζείν (p). Εφόσον ο τελετουργικός νόμος ήταν ακόμη σε ισχύ,
ο Χριστός φρόντιζε πάντα να τηρείται αυτός. Ίσως όμως εδώ να είχε
και κάτι άλλο στο νου του. Η από τους ιερείς διαπίστωση της πλήρους θεραπείας
των λεπρών ήταν ενδεχόμενο να αφυπνίσει τους ιερείς και κάποιους άλλους
μαζί τους να αναζητήσουν τον γιατρό, που έχει τέτοια δύναμη απέναντι
στις σωματικές ασθένειες και γνωρίζοντας αυτόν να σωθούν μέσω της πίστης σε αυτόν.
(3) Η πίστη τους δείχτηκε με την υπακοή τους στο παράγγελμα που τους έδωσε ο Κύριος,
για αυτό και στο δρόμο θεραπεύτηκαν (p). Μέχρι ποια απόσταση προχώρησαν,
δεν καθορίζεται. Πάντως όμως η απόσταση υπήρξε αρκετή για να δοκιμαστεί
η πίστη τους, αλλά όχι και τόσο μεγάλη, ώστε να καθίσταται αδύνατη
η επιστροφή τους προς τον Κύριο (ο). Δεν είπε ο Κύριος ξεκάθαρα σε αυτούς:
Καθαριστείτε από την λέπρα σας. Αλλά δοκιμάζοντας την πίστη και υπακοή τους,
όπως άλλοτε ο Ελισαίος τον Νεεμάν, τους έστειλε αθεράπευτους ακόμη στους ιερείς.
Όσοι αναμένουν τις χάρες και εύνοιες του Χριστού, πρέπει να παίρνουν αυτές
συμμορφούμενοι με τους τρόπους και τις μεθόδους με τις οποίες ο Χριστός
ευαρεστείται να δώσει αυτές σε αυτούς και να μην αξιώνουν ο Χριστός
να συμμορφωθεί με ό,τι αυτοί αναμένουν ή θεωρούν καλύτερο.

Μυστήριο ξένον, λέγει ο Υμνωδός, τη Γέννηση του Χριστού, το να γεννηθή σαν άνθρωπος, όχι κανένας προφήτης, όχι κανένας άγγελος, αλλά ο ίδιος ο Θεός!

Ο άνθρωπος, θα μπορούσε να φθάσει σε μία τέτοια πίστη; Οι φιλόσοφοι και οι άλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ήτανε δυνατό να παραδεχθούν ένα τέτοιο πράγμα; Από την κρισάρα της λογικής τους δεν μπορούσε να περάσει η παραμικρή ψευτιά, όχι ένα τέτοιο τερατολόγημα! Ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής κι άλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, που ήτανε και σπουδαίοι φιλόσοφοι, δε μπορέσανε να τους κάνουνε να πιστέψουνε κάποια πράγματα πολύ πιστευτά, και θα πιστεύανε ένα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αυτό ο Χριστός γεννήθηκε ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους, ανάμεσα σε απονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στο παχνί, που τρώγανε τα βόδια.

Κανένας δεν τον πήρε είδηση, μέσα σε εκείνον τον απέραντο κόσμο, που εξουσιάζανε οι Ρωμαίοι, για τούτο είχε πει ο προφήτης Γεδεών, πως θα κατέβαινε ήσυχα στον κόσμο, όπως κατεβαίνει η δροσιά απάνω στο μπουμπούκι του λουλουδιού, «ως υετός επί πόκον». Ανάμεσα σε τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιος να πάρει είδηση το πιο πτωχό από τα πτωχά, εκείνο που γεννήθηκε όχι σε καλύβι, όχι σε στρούγκα, αλλά σε μία σπηλιά; Και κείνη ξένη, γιατί την είχανε οι τσομπαναρέοι να σταλιάζουνε τα πρόβατά τους.

Το «υπερεξαίσιον και φρικτόν μυστήριο» της Γεννήσεως του Χριστού έγινε τον καιρό που βασίλευε ένας μοναχά αυτοκράτορας απάνω στη γη, ο Αύγουστος, ο ανιψιός του Καίσαρα, ύστερα από μεγάλη ταραχή και αιματοχυσία ανάμεσα στον Αντώνιο από τη μία μεριά, και στον Βρούτο και τον Κάσσιο από την άλλη. Τότε γεννήθηκε κι ο ένας και μοναχός πνευματικός βασιλιάς, ο Χριστός. Κι᾿ αυτό το λέγει η ποιήτρια Κασσιανή στο δοξαστικό που σύνθεσε, και που το ψέλνουνε κατά τον Εσπερινό των Χριστουγέννων: «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης, η πολυαρχία των άνθρωπων επαύσατο. Καί Σού ενανθρωπήσαντος εκ της αγνής η πολυθεία των ειδώλων κατήργηται. Υπό μίαν βασιλείαν εγκόσμιον αι πόλεις γεγένηνται. Καί εις μίαν δεσποτείαν Θεότητος τα έθνη επίστευσαν…».

Εξακόσια χρόνια προ Χριστού ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ είδε στο Όνειρό του, πως βρέθηκε μπροστά του ένα θεόρατο φοβερό άγαλμα, καμωμένο από χρυσάφι, ασήμι, χάλκωμα, σίδερο και σεντέφι: Κι άξαφνα ένας βράχος ξεκόλλησε από ένα βουνό και χτύπησε το άγαλμα και το ῾κανε σκόνη. Και σηκώθηκε ένας δυνατός άνεμος και σκόρπισε τη σκόνη, και δεν απόμεινε τίποτα. Ο βράχος όμως που τσάκισε το άγαλμα έγινε ένα μεγάλο βουνό, και σκέπασε όλη τη γη. Τότε ο βασιλιάς φώναξε τον προφήτη Δανιήλ και ζήτησε να του εξήγησει το όνειρο..

Κι ο Δανιήλ το εξήγησε καταλεπτώς, λέγοντας πως τα διάφορα μέρη του αγάλματος ήτανε οι διάφορες βασιλείες, που θα περνούσανε από τον κόσμο ύστερα από τον Ναβουχοδονόσορα και πως στο τέλος ο Θεός θα αναστήσει κάποια βασιλεία που θα καταλύσει όλες τις βασιλείες, όπως ο βράχος που είχε δει στο ενύπνιό του εξαφάνισε το άγαλμα με τα πολλά συστατικά του: «Καί εν ταίς ημέραις των βασιλέων εκείνων, αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τους αιώνας ου διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, που δεν θα καταλυθεί ποτέ στους αιώνες των αιώνων».

Αυτή η βασιλεία η αιώνια, η άφθαρτη, είναι η βασιλεία του Χριστού, η βασιλεία της αγάπης στις ψυχές των ανθρώπων και ιδρύθηκε με την αγία Γέννηση του Κυρίου που γιορτάζουμε σήμερα. Και επειδή είναι τέτοια βασιλεία, γι᾿ αυτό θα είναι αιώνια, γι᾿ αυτό δεν θα χαλάσει ποτέ, όπως γίνεται με τις άλλες επίγειες και υλικές βασιλείες. Όπως ο βράχος μεγάλωνε κι έγινε όρος μέγα και σκέπασε τη γη, έτσι και το κήρυγμα του Ευαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ όλη την οικουμένη, με το κήρυγμα των Αποστόλων: «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών»..

Ώστε βγήκε αληθινή η αρχαιότερη προφητεία του Ιακώβ, πως σαν πάψει η εγκόσμια εξουσία των Ιουδαίων, θα έρθει στον κόσμο εκείνος που προορίστηκε, «η προσδοκία των εθνών».

Είναι ολότελα ακατανόητο, για το πνεύμα μας, το ότι κατέβηκε ο Θεός ανάμεσά μας σαν άνθρωπος συνηθισμένος και μάλιστα σαν ο φτωχότερος από τους φτωχούς. Αυτή τη μακροθυμία μονάχα άγιες ψυχές είναι σε θέση να τη νιώσουνε αληθινά, και να κλάψουνε από κατάνυξη.

(ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, "ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΣ, ΤΟ ΜΕΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ", εκδ. ΑΡΜΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2001)

Ματθαίου ιγ' 1
Ο Ιησούς άλλοτε περπατούσε κι άλλοτε καθόταν στην ακροθαλασσιά.
Έμενε μόνος. Σιωπούσε. Άφινε το βλέμμα του να χαθή στον ορίζοντα
της θάλασσας και τουρανού ενώ ο αργαλειός της σκέψεώς του δούλευε.
Δεν γνωρίζομε τί ένοιωθε ο Ιησούς τις στιγμές αυτές.
Σε κανένα ποτέ δεν μίλησε γι’ αυτές.
Ο Ιησούς δεχόταν συνεχώς και κατ’ ευθείαν την αποκάλυψι του Θεού
για όλα και για το κάθε τί που του συνέβαινε. Ο Ίδιος είχε ομολογήσει
για τις στιγμές αυτές, ότι «ουκ ειμί μόνος. Ο Πατήρ μετ’ εμού εστί».
Όλες οι στιγμές της ζωής του Χριστού, ιδίως κοντά στη θάλασσα
ή μέσα στη γαλήνη της εξοχής ή πάνω στην ελευθερία των κορυφογραμμών
πρέπει να ήταν στιγμές κοινής συνεδριάσεως των Τριών Προσώπων της θεότητος,
αιωνία συνέχισις του «ποιήσωμεν» της Γενέσεως.
Ο Ιησούς μετά τις «συνεδριάσεις» αυτές, πεπεισμένος σαν άνθρωπος
απόλυτα για το θείο θέλημα προχωρούσε με αποφασιστικότητα στην εφαρμογή.
Εστήριζε το πρόσωπό του με κατεύθυνσι τον αποφασισμένο υπό του Θεού στόχο,
αφίνοντας τα θεϊκά του χείλη να ψιθυρίζουν την επωδό της απόλυτης
υπακοής και ταπεινώσεως: «Γενηθήτω το θέλημά σου».

«Κατά τας ευαγγελικάς και αποστολικάς μαρτυρίας ο Θεάνθρωπος ευρίσκεται
εν αμέσω επικοινωνία μετά του Πατρός θεωρών αυτόν και «ο εώρακε μαρτυρών»
και δεχόμενος παρ’ αυτού συνεχώς αποκαλύψεις, κατά τας οποίας,
«καθώς ήκουε» παρά του Πατρός, έκρινε και συμφώνως προς όσα νέα,
μείζονα των προτέρων, εδείκνυεν ο Πατήρ, εποίει»(Δογματική Τρ. 2, 129).

"Ευλογητός ει, Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου"

Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός,
εκ. Γρηγόρη, σελ.105-106)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 17

Στίχ. 11-19. Η θεραπεία των δέκα λεπρών.
17.13 καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν(1) λέγοντες, ᾽Ιησοῦ ἐπιστάτα(2),
ἐλέησον ἡμᾶς(3).
13 και του φώναζαν δυνατά: «Ιησού, αφέντη, ελέησέ μας!»
(1) Το ἦραν φωνὴν συμφωνεί με το πόρρωθεν (p). Έβγαλαν όλοι μαζί
κραυγή ικανή να προσελκύσει την προσοχή του (g). Και «ως προς τον τόπο,
από τη μία, στέκονταν μακριά, ως προς την ικεσία, από την άλλη,
ήλθαν κοντά. Διότι είναι κοντά και σε όλους όσους τον επικαλούνται αληθινά» (Θφ).
(2) «Δηλαδή κύριε, διδάσκαλε» (Ζ). Μόνο ο Λουκάς στην Κ.Δ. χρησιμοποιεί την λέξη,
για έκτη και τελευταία φορά εδώ (L). Όσοι ζητούν βοήθεια από τον Ιησού,
πρέπει να πιστεύουν αυτόν ως κύριο και διδάσκαλό τους. Μόνο εάν είναι
επιστάτης και Κύριος ο Ιησούς, μόνο τότε είναι και Σωτήρας και Λυτρωτής.
(3) Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν του ζητούν να τους θεραπεύσει από τη λέπρα τους,
αλλά λένε το: «Ελέησέ μας». Είναι αρκετό να αναθέτουμε και να εμπιστευόμαστε
τους εαυτούς μας στο έλεος του Χριστού, διότι δεν υπάρχει φόβος να αποτύχουμε.

katafigioti

lifecoaching