«Όσοι ομολογούν ότι ο Χριστός είναι Θεός, αλλά δεν φυλάσσουν τις εντολές του, δεν θα θεωρηθούν μόνο ως αρνητές, αλλά και ως ατιμαστές του κι’ όχι μόνον αυτό, αλλά και θα κατακριθούν με δίκη περισσότερο από εκείνους που περιτέμνουν τα σώματά τους, ως ακρωτηριάζοντες τις εντολές του Θεού. Διότι εκείνος που ατιμάζει τον πατέρα, πώς θα θεωρηθεί υιός; Εκείνος που χωρίζεται από το φως, πώς θα διαμείνει σ’ αυτό σαν σε ημέρα; Με κανένα τρόπο, αδελφοί. Αν όμως λέγει κάποιος ότι ‘Κανείς δεν μπορεί να τηρήσει όλες τις εντολές’, να γνωρίζει ότι διαβάλλει τον Θεό και τον κατακρίνει ότι μας…
«Σε μία έρημη τοποθεσία, όπου υψώνεται και η στήλη του καταδικασμένου δελφινιού, άφησαν τον άγιο μόνον του χωρίς να φροντίσουν ούτε για την τροφή της ημέρας. Ο μακαριότατος Συμεών, όταν είδε ότι νίκησε η μανία του συγκέλλου (Επισκόπου, εχθρού του) και πραγματοποίησε το φθονερό του βούλευμα, ευχαριστεί χωρίς μεμψιμοιρίες τον Θεό που έτσι επέτρεψε να ρυθμιστεί η τύχη του. Γι’ αυτό τριγυρίζοντας επάνω στο τραχύτατο εκείνο βουνό, έψαλλε με ευθυμία λέγοντας· "με την φωνή μου έκραξα προς τον Κύριο, με την φωνή μου εδεήθηκα προς τον Κύριο (Ψαλμ. 141)"» (τ. 19Α, σ. 199). «Έστειλε πάλι επιστολή και περισσότερο δεχόταν εκείνος…
«Του δόθηκε (του Συμεών) από εκεί (το όραμα του ακτίστου φωτός) και λόγος σοφίας και γνώσεως, ώστε όλοι να θαυμάζουν για την σύνεση και τους λόγους του και έκπληκτοι να λέγουν τα εξής· «από πού του ήλθε τέτοια σοφία και γνώσις, ενώ δεν διδάχθηκε την θύραθεν παιδεία;». Αλλ’ λησμόνησαν ότι ο Θεός, ως σοφία και τελεία γνώση που είναι, σε όσους επισκεφθεί και εγκαταστήσει μονή, γεμίζει απόρρητη σοφία και γνώση τους μετόχους και τους καθιστά, σαν τους μαθητάς και αποστόλους του, σοφωτέρους από όλους τους σοφούς και ρήτορες» (τ. 19Α, σ. 71). «(Συμβουλή σε μοναχούς για νέο Ηγούμενο)· Κανείς σας…
«Πραγματικά, καθώς κάποια νύκτα στεκόταν σε προσευχή και με καθαρό νου ενωνόταν με τον πρώτο καθαρότατο νου, είδε ξαφνικά να λάμπει σ’ αυτόν φως επάνω από τους ουρανούς, λαμπερό και άφθονο, που καταφώτισε το παν και το κατέστησε καθαρό σαν ημέρα. Από αυτό δε φωτιζόμενος και ο ίδιος νόμιζε ότι όλος ο οίκος μαζί με το δωμάτιο όπου στεκόταν είχε αφανισθεί και είχε περάσει αμέσως στο μη ον κι ο ίδιος αισθανόταν ότι είχε αρπαγή στον αέρα και είχε ξεχάσει τελείως το σώμα. Σ’ αυτήν την κατάσταση, όπως έλεγε και έγραφε στους έμπιστούς του, γέμισε από μεγάλη χαρά και θερμά…
«Ο δε Θεός, που δίνει φωλιά στους νεοσσούς των αετών και άρτο στους ανθρώπους για να φάγουν, ρίχνει σαν βροχή τα χρήματα και στον μακάριο τούτον και του ανοίγει τους θησαυρούς των αρχόντων, και όλοι μαζί, συγγενείς, φίλοι, παιδιά, του χορηγούν ικανή ποσότητα χρυσού. Παίρνοντάς την ο μακάριος, άρχισε το έργο της ανοικοδομήσεως του μοναστηριού με την πεποίθηση στον Θεό, στον οποίο προσευχήθηκε και γι’ αυτό» (τ. 19Α, σελ. 225-227). «Όταν ο άγιος μετέβαινε κάποτε στην πατρίδα του, στο πατρικό του σπίτι, και έφθασε στον μεγάλο ποταμό της Βιθυνίας, τον Γάλλο, βλέπει στην όχθη να στέκεται ένας αλιεύς που ψάρευε…
   «Κάποτε παρουσιάσθηκαν στον μακαρίτη (όσιο Συμεών) φίλοι του. Επειδή δε ένας από αυτούς χρειαζόταν να φάγη κρέας λόγω σωματικής νόσου, και μάλιστα κρέας από περιστεράκια, παρήγγειλε ο συμπονετικός και μακάριος Συμεών να ψηθούν τα πτηνά και να προσφερθούν στον έχοντα ανάγκη. Καθώς δε έτρωγε ο ασθενής, ο Αρσένιος που καθόταν κι αυτός στην τράπεζα τον κύτταζε σκυθρωπός. Αντιλήφθηκε λοιπόν ο μακάριος την διάθεσί του αυτή και θέλοντας να τον διδάξη να προσέχει μόνο τον εαυτό του και να μη νομίζη ότι υπάρχουν φαγώσιμα που με την μετάληψή τους μιαίνουν (διότι, λέγει, "όλα είναι καθαρά για τους καθαρούς" και "δεν…
«… λαμβάνοντας από την αγία Θεοτόκο και αειπαρθένο Μαρία σαν ζύμη έμψυχη σάρκα» (τ. 19Β, σ. 123). «… την Μαρία την υπεράμωμη, την υπέραγνη και αγνή παρθένο, οδήγησε ως νύμφη. Και την λέγω αυτήν υπέραγνη και υπεράμωμη σε σχέση μ’ εμάς και τους τότε ανθρώπους, συγκρίνοντας αυτήν μ’ εκείνους και μ’ εμάς τους δούλους της ως προς τον νυμφίο της όμως και τον Πατέρα εκείνου, είναι άνθρωπος βέβαια, αγία όμως και υπεραγία, καθαρότατη και άχραντη περισσότερο από όλους τους ανθρώπους όλων των γενεών. Αυτήν λοιπόν οδήγησε νύμφη κι έκαμε γάμους για τον Υιό του» (τ. 19Β, σ. 173). «Συνέλαβε λοιπόν…
«Κάποτε παρουσιάσθηκαν στον μακαρίτη (όσιο Συμεών) φίλοι του. Επειδή δε ένας από αυτούς χρειαζόταν να φάγη κρέας λόγω σωματικής νόσου, και μάλιστα κρέας από περιστεράκια, παρήγγειλε ο συμπονετικός και μακάριος Συμεών να ψηθούν τα πτηνά και να προσφερθούν στον έχοντα ανάγκη. Καθώς δε έτρωγε ο ασθενής, ο Αρσένιος που καθόταν κι αυτός στην τράπεζα τον κύτταζε σκυθρωπός. Αντιλήφθηκε λοιπόν ο μακάριος την διάθεσί του αυτή και θέλοντας να τον διδάξη να προσέχει μόνο τον εαυτό του και να μη νομίζη ότι υπάρχουν φαγώσιμα που με την μετάληψή τους μιαίνουν (διότι, λέγει, «όλα είναι καθαρά για τους καθαρούς» και «δεν υπάρχει…
«Εκεί (στην Κων/πολη), όπως τρέχει στις πηγές των υδάτων ένα διψασμένο ελάφι, έτσι και αυτός έτρεξε γρήγορα προς τον θείο εκείνον γέροντα (Πνευματικό του), ερρίφθηκε εμπρός του σαν στον ίδιον τον δεσπότη Χριστό, και έβαλε όλα τα υπάρχοντά του δίπλα στα πόδια του. Ο δε φιλόστοργος εκείνος πραγματικά πατέρας, βλέποντας την βαθιά ταπείνωσι και πίστι του, ελευθέρωσε τον μαθητή από την φροντίδα για εκείνα, διασκορπίζοντάς τα στους πτωχούς» (τ. 19Α, σ. 55). «Θέλοντας δε να του προκαλέσει περισσοτέρους στεφάνους ο γυμναστής πατέρας, του παρήγγειλλε να εκτελεί τις ευτελέστατες υπηρεσίες στο κελλί του· εκείνος δε, αφού είχε τεθή στην υπηρεσία του…
«[Η διάκριση του Πνευματικού του οσίου Συμεών στον χειρισμό του πόθου του νέου Συμεών]. Παρουσιάζεται (ο Συμεών) σ’ αυτόν, του γνωστοποιεί τον σκοπό (να γίνει μοναχός), ζητεί να γίνει δεκτός από αυτόν, ν’ αλλάξει από αυτήν την ώρα τον τρόπο ζωής και να συγκαταταγή με τους μοναχούς. Εκείνος δε, όπως ήταν έμπειρος του μοναχικού βίου και των επιθέσεων του πονηρού, δεν συγκατανεύει προς το παρόν, τον αναχαιτίζει από αυτήν την ορμή, διότι ήταν ακόμη νέος και διήνυε μόλις το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του και του συνιστά να αναμείνει τον καιρό τελειοτέρας αναπτύξεως»… Καθώς λοιπόν είδε αυτήν την θεωρία…