Ηταν ένας φτωχός βεδουίνος, που έδειχνε στα καραβάνια το δρόμο μέσα στην έρημο. Κάποτε όμως, παρασυρμένοι από το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού έβλεπαν οάσεις στον αντίθετο δρόμο. Αρχισαν να τον υποψιάζονται ότι τους παραπλανά. Και σε κάποια στιγμή τού επιτέθηκαν και τον αιματοκύλισαν. Πρόλαβε όμως εκείνος, ύψωσε το χέρι κατά τον ορίζοντα και τούς έδειξε:«Αυτός είναι ο δρόμος! Ακολουθήστε τον, γιατί αλλιώς χαθήκατε», είπε και ξεψύχησε…Κατάπληκτοι εκείνοι από την ύστατη αυτή χειρονομία αναρωτήθηκαν. Ενας, που επιμένει μέχρι θανάτου, μπορεί να λέει ψέματα; Ας ακολουθήσουμε, λοιπόν, το δρόμο του… Έπειτα από κάμποσα μίλια έφτασαν στην όαση.Μετανιωμένοι ξαναγύρισαν στον τόπο του εγκλήματος και…
ΠΙΣΤΗ Στο δρόμο που το σώμα μου βαδίζει, μια σκέψη το μυαλό μου βασανίζει. Η αμφιβολία που το Είναι μου αγγίζει Πόσα αργύρια η Πίστη μου αξίζει; Του Ιούδα έμαθα πως ήτανε τριάντα Σφιχτή θηλιά όμως τον έπνιξε για πάντα Μια πίστη κρεμασμένη από ιμάντα Εικόνας τραγικής, λεζάντα. Του Άννα, η ύβρις κι η απληστία Μιας πίστης λύκου με προβάτου ενδυμασία Το είδωλο της επαινεί μ’ αλαζονεία Ντυμένη με ιερή και φαύλη υποκρισία. Του νεανίσκου που ερωτά, τι αγαθόν ποιήσει Τον πλούτο και τα κτήματα πως δύναται ν’ αφήσει Μια πίστη που στον ουρανό είναι αδυνάτου φύση Πως σκέφτηκες φιλάργυρε…
Σελίδα 3 από 3