ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας αρρώστησε βαρειά και του κόπηκε η όρεξι. Ο υποτακτικός του για να τον ευχαριστήση, τον παρακάλεσε να του επιτρέψη να του φτιάξη μια μικρή πίττα. Μπροστά στην επιμονή του νέου, υποχώρησε ο Γέροντας και τον άφησε. Από τη βιασύνη του ο υποτακτικός έκανε λάθος κι αντί για μέλι, έρριξε στην πίττα λινέλαιο, που μεταχειρίζονται στο εργόχειρο τους.Καθώς έβαζε λίγο στο στόμα του ο Γέροντας, κατάλαβε το λάθος του υποτακτικού, αλλά για να μη τον λυπήση, δεν είπε τίποτε. Εβίασε τον εαυτό του να φάγη, αλλ' ήταν αδύνατον. Το λινέλαιο έχει αηδιαστική γεύσι. Βλέποντάς τον ανόρεκτο ο νέος, τον…
ΚΑΤΕΒΗΚΕ κάποτε στην πόλι ο Αββάς Μακάριος με τον υποτακτικό του. Στο δρόμο, που περπατούσαν, άκουσε ένα μικρό παιδί να λέη στη μητέρα του:— Μητέρα, ένας πλούσιος μ' αγαπά, αλλά εγώ ούτε να τον ακούσω θέλω, κι ένας φτωχός με κατατρέχει κι εγώ τον αγαπώ.Ο Γέροντας σταμάτησε και παρακολούθησε την παιδική κουβέντα με εξαιρετικό ενδιαφέρον.— Άκουσες, τι είπε ο μικρός; ρώτησε τον μαθητή του.— Ναι, αλλά είναι λόγια ανόητα, αποκρίθηκε εκείνος.— Καθόλου μάλιστα, είπε τότε ο Όσιος. Σκέψου πώς ο Κύριος μας, πλούσιος σε έλεος, μας αγαπά κι εμείς τον παρακούμε. Κι ο διάβολος, άμοιρος από κάθε καλό και εχθρός…
ΈΝΑΣ ΝΕΟΣ πήγε με βαρειά καρδιά στον Πνευματικό του και εξωμολογήθηκε: — Ο λογισμός με βασανίζει, Γέροντα, να εγκαταλείψω τον αγώνα, αφού κι ύστερα από την επιστροφή μου στο Χριστό και τη μετανοιά μου, δεν μπορώ ακόμη να βγάλω από πάνω μου όλες τις αδυναμίες. — Μου θυμίζεις, μ' αυτά που μου λες, κάτι που συνέβη πριν κάμποσο καιρό σ' ένα φίλο μου αγρότη, είπε ο Πνευματικός. Έλα, κάθισε εδώ κοντά, παιδί μου, να σου διηγηθώ τη μικρή του ιστορία. Ο νέος άκουγε πάντοτε μ' ενδιαφέρον τα χαριτωμένα αυτοσχέδια ανέκδοτα του αγαθού Γέροντα: — Ο φίλος μου, που λες, είχε…
ΔΥΟ συνασκηταί βρίσκονταν σε ψυχρότητα μεταξύ τους από κάποια παρεξήγηση. Κάποτε αρρώστησε ο ένας και πήγε κάποιος από τους αδελφούς να τον επισκεφθή. Του εμπιστεύτηκε τότε ο άρρωστος, πως ήταν ψυχραμένος με τον συνασκητή του και τον παρακάλεσε να μεσολαβήση να συμφιλιωθούν, γιατί φοβόταν μη τον βρή έτσι ο θάνατος. Γυρίζοντας πίσω στο κελλί του ο αδελφός, παρακαλούσε τον Θεό να τον φώτιση να χειριστή σωστά την υπόθεσι, για να μη προξενήση περισσότερη βλάβη παρά ωφέλεια. Μόλις έφτασε, οικονόμησε ο Θεός να του πάη κάποιος φίλος του ένα καλαθάκι σύκα. Διάλεξε τα ωραιότερα και, χωρίς να χάση καιρό, σηκώθηκε και…
ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ κάποτε να επισκεφθή μια σκήτη ο Όσιος Μακάριος, συνάντησε στο δρόμο το διάβολο φορτωμένο μ' ένα παράξενο φορτίο να πηγαίνη κι εκείνος προς τα εκεί. — Για που; τον ρώτησε ο Όσιος. — Πάω να βάλω λογισμούς στους μοναχούς, αποκρίθηκε μ' αναίδεια εκείνος. — Και τι είναι αυτά που κουβαλάς μαζί σου; — Τα γεύματα που θα τους προσφέρω. — Τόσα πολλά; απόρησε ο Όσιος. — Βέβαια. Αν δεν ικανοποιούνται με το ένα, έχω άλλο έτοιμο κι αν δεν τους αρέση κι αυτό τους δίνω τρίτο. Ένα απ' όλα θα είναι του γούστου τους. — Έχεις πολλούς εκεί που…
Ο Θεός αποκαλύπτεται στους ταπεινούς (Από το Γεροντικόν) ΕΝΑΣ Ερημίτης κάποτε νήστεψε συνέχεια εβδομήντα εβδομάδες και παρακαλούσε τον Θεό να του φανερώση την έννοια κάποιου γραφικού ρητού που δε μπορούσε να την καταλάβη. Επειδή όμως δεν του την φανέρωσε ο Θεός, είπε μια μέρα στον εαυτό του:— Γιατί να κοπιάζω και να περιμένω άσκοπα; δεν πάω να ρωτήσω τον γείτονά μου Γέροντα; Ίσως εκείνος να γνωρίζη.Μόλις όμως ξεκίνησε να πάη, του έστειλε ο Θεός Άγγελο και του φανέρωσε εκείνο που ζητούσε.— Γιατί τόσον καιρό δεν ερχόσουν; τον ρώτησε ο Γέροντας.— Για να ταπεινωθής και να ζητήσης τη συμβουλή άλλου, αποκρίθηκε…
Ο ΑΒΒΑΣ Σέργιος διηγείτο το ακόλουθο περιστατικό στους υποτακτικούς του για να τους απόδειξη πόσο κερδίζει ο ταπεινός: Κάποτε κατεβαίναμε στην πόλι με τον μακαρίτη τον Γέροντα μου και δυο ακόμη Αδελφούς. στο δρόμο, χωρίς να το καταλάβωμε, πέσαμε σ' ένα χωράφι και πατήσαμε λίγα σπαρτά. Μόλις το πήρε ειδησι ο ιδιοκτήτης, που έσκαβε πιο πέρα, έγινε έξω φρενών από το θυμό του. Ήλθε κοντά μας κι' άρχισε να μας βρίζη με το χειρότερο τρόπο: — Καλόγεροι είσαστε σεις; Έχετε Θεό μέσα σας; Αν φοβόσαστε το Θεό, θα υπολογίζατε τους ξένους κόπους. — Για την αγάπη του Χριστού, μην απαντήση…
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑΝ αυστηρά οι συνασκηταί του κάποιον αδελφό, που εργαζόταν την ημέρα που γιόρταζαν τη μνήμη κάποιου Μάρτυρος. — Σαν σήμερα, αποκρίθηκε ταπεινά εκείνος, ο δούλος του Θεού βασανιζόταν σκληρά κι έχυνε το αίμα του για την αγάπη του Χριστού κι εγώ να μη χύσω λίγο ίδρωτα στην εργασία; * * * ΑΝΕΒΗΚΕ κάποτε στο Σινά ένας μοναχός από μακρινή σκήτη και φιλοξενήθηκε στο ησυχαστήριο του Αββά Σιλουανού. Βλέποντας τους υποτακτικούς του να εργάζωνται εντατικά, είπε στον Γέροντα κάπως υπεροπτικά: — Μη εργάζεσθε την απολλυμένην βρώσιν. «Μαρία γάρ την αγαθήν μερίδα εξελέξατο»[1]. — Ο Αββάς Σιλουανός δεν του έδωσε απόκρισι. Πρόσταξε…
ΥΠΑΚΟΗ συνδυασμένη με εγκράτεια υποτάσσει και θηρία, έλεγε ο Μέγας Αντώνιος. * * * ΛΕΝΕ για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, πως προτού γίνει Ερημίτης, έζησε πολλά χρόνια στην υποταγή κάποιου Γέροντος στη Θηβαΐδα. Όταν πρωτοπήγε, για να τον δοκιμάση ο Αββάς του, τον πήρε μια μέρα κι αφού περπάτησαν δώδεκα ώρες δρόμο από την καλύβα τους, έφτασαν σ' ένα τόπο άνυδρο. Πήρε τότε ο Γέροντας το ραβδί του, το έμπηξε στη γή και πρόσταξε το νεαρό Ιωάννη να πηγαίνη κάθε μέρα μ' ένα κάδο νερό να το ποτίζη. Ο καλός υποτακτικός έκανε πρόθυμα τον ορισμό του Γέροντος. Ύστερα από…
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ, που θυμάται να συνομιλήση με τον Θεόν μόνον όταν φθάση η ωρισμένη ώρα της προσευχής, δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται, λέει ένας από τους Πατέρας. * * *  ΑΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΗ ο Θεός την αμέλειά μας στην προσευχή και τον σκορπισμό του νου μας στην ψαλμωδία, είναι αδύνατον να σωθούμε, έλεγε ο Αββάς Θεόδωρος. * * *  ΕΡΩΤΗΣΑΝ τον Αββά Αγάθωνα οι Αδελφοί, ποιά αρετή νομίζει πως είναι πιο επίπονος. — Η προσευχή, αποκρίθηκε εκείνος. Όταν ποθήση η ψυχή να συνομιλή συχνά με τον Δημιουργό της, αγωνίζονται τα πονηρά πνεύματα να την εμποδίσουν, γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει…