...Μετά εν έτος της αφίξεώς μου εις το Άγιον Όρος εκάρην μοναχός υπό του πνευματικού Χριστοφόρου Τσιμαράτου και ωνομάσθην Ιωακείμ. Επεδόθην δε μετά ζήλου και αυταπαρνήσεως εις τους ασκητικούς κόπους και εις τους της καλύβης. Δεν είχον γνώσιν του «μηδέν υπέρ άγαν» [μην κάνεις κάτι υπερβολικό]. Δεν εβράδυνε δε ένεκα των υπερβολικών κόπων να διαταραχθή η υγεία μου. Το 1880 ένεκα και μικρού κρυολογήματος ησθανόμην πόνον εις το στήθος. Το δε 1881 ο πόνος ηύξησε και μετά των φλεγμάτων εξήρχετο αίμα. Το δε 1882 έπασχον πολύ· η δε αιμοπτυσία ηύξησεν αρκετά. Εξετάσας με δε ο ιατρός Χαριτάτος εν Καρυαίς, είπε…
Δώσε στον νου σου, λένε οι Πατέρες, σαν εργασία την αδιάλειπτο προσευχή και ουδέποτε ο νους θα στερηθεί του θείου φωτός. Η ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει αυτή τη μέθοδο της προσευχής. Η μονολόγιστος νοερά προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» είναι απλή μεν στην ακοή, αλλά στην εφαρμογή είναι δύσκολη και θέλει αγώνα, όμως παράγει πολλούς πνευματικούς καρπούς. Επαναλαμβανόμενο το όνομα του Χριστού μέσα στον νου του ανθρώπου τον εξαγιάζει και του δίνει πνευματική εργασία, ώστε να εκδιώκονται οι ακάθαρτοι και πονηροί λογισμοί. Η προσευχή ήταν η κύρια εργασία του νου του ανθρώπου μέσα στον Παράδεισο. (Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος)