ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος
Δευτέρα: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.15-2 μ. & 8.45 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.15 -2 μ.
Σάββατο: 12.15-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 7.30-9 βράδυ
π. Γεώργιος
Τετάρτη απόγευμα & καθημερινές πριν και μετά τις Ιερές Ακολουθίες

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Πρόγραμμα Ακολουθιών - 2η Θεία Λειτουργία

Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται

στον Άγιο Σώστη

και

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Όταν η οσία Συγκλητική έφθασε στα ογδόντα της χρόνια, ασθένησε με φοβερές αρρώστιες, τις οποίες όμως αντιμετώπισε με ιώβεια υπομονή. Άρχισαν να φθείρωνται οι πνεύμονες της και να κάνη συχνά αιμοπτύσεις. Παράλληλα, ένας υψηλός πυρετός την έλειωνε σαν κερί. Έτσι υπέφερε περισσότερο και από τους μάρτυρες! Το δικό της μαρτύριο υπήρξε πολυχρόνιο και ακατάπαυστο.
Απάνθρωποι δήμιοι, προκειμένου να τιμωρήσουν σκληρά κάποιον, τον ρίχνουν για λίγη σχετικά ώρα στη φωτιά. Η αγία όμως Συγκλητική βασανιζόταν επί τριάμιση χρόνια από μια εσωτερική φλόγα που κατέφλεγε σιγά-σιγά τα σπλάχνα της! Υπέμεινε καρτερικά το δεινό αυτό μαρτύριο και δεν σταμάτησε την ψυχωφελή διδασκαλία προς τις μοναχές και τους επισκέπτες της μονής. Ήρθε όμως καιρός που και αυτή η πηγή σωτηρίας στέρεψε… Στην αρχή της πόνεσε ένα δόντι. Το δόντι σάπισε και έπεσε, αλλά το σάπισμα μεταδόθηκε στα ούλα και από εκεί σε ολόκληρο το σαγόνι. Μετά δυο μήνες πέρασε στα οστά. Μια αφόρητη δυσοσμία έβγαινε από το σαπισμένο στόμα, τόσο έντονη, που οι αδελφές δεν μπορούσαν πλέον να την υπομένουν. Και όταν υπήρχε ανάγκη να την πλησιάσουν, έκαναν θυμιάματα, για να καλύψουν κάπως τη δυσοσμία.
Παρ’ όλη τη φρικτή της κατάσταση, η οσία δεν δεχόταν ξεχωριστές περιποιήσεις. Με πολλή προσπάθεια του γιατρού, και μόνο για ν’ ανακουφιστούν οι αδελφές που την υπηρετούσαν, δέχτηκε να βάζουν στο σαπισμένο μέλος πανιά βρεγμένα με αντισηπτικά της εποχής εκείνης: κρασί, αλόη, σμύρνα, μυρσίνη. Τώρα πλέον η αγία δεν ωφελούσε με τα θεόπνευστα λόγια της, αλλά με την υπομονή και τη μεγαλοψυχία της. Οι σωματικές της πληγές θεράπευαν τα ψυχικά πάθη όσων την πλησίαζαν. Η ίδια απόλαυσε θείες παρηγορίες και προγνώρισε την ημέρα και την ώρα της κοιμήσεως της, την ημέρα και την ώρα που έλαβε την αμοιβή και το στεφάνι των αγώνων της.

( Συναξαριστής Α΄)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.269-270)

ΤΟ ΔΗΛΗΤΉΡΙΟ ΤΗΣ ΖΉΛΕΙΑΣ


Η ζήλεια δηλητηριάζει την πολλή αγάπη της γυναίκας

- Γέροντα, γιατί το πάθος της ζήλειας υπάρχει στις γυναίκες σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στους άνδρες;
-Επειδή η γυναίκα έχει από την φύση της πολλή καλωσύνη και αγάπη, ο διάβολος πολύ την πολεμάει·
της πετάει την φαρμακερή ζήλεια και της δηλητηριάζει την αγάπη. Και όταν η αγάπη της δηλητηριασθή και γίνη κακότητα,
τότε η γυναίκα από μέλισσα γίνεται σφήκα και ξεπερνά την σκληρότητα του άνδρα. Και βλέπεις, ενώ για τον άνδρα
είναι αρκετό να φύγη ένα ανεπιθύμητο πρόσωπο από κοντά του, για να μην το βλέπουν τα μάτια του, η γυναίκα,
που την έχει πλάσει ο Θεός με σπλάχνα, δεν αρκείται στο να εξαφανισθή το πρόσωπο που ζηλεύει και να μην το βλέπουν τα μάτια της,
αλλά θα ήθελε να πεθάνη. Δηλαδή ...σίγουρες δουλειές!
Εμένα φοβήθηκε το μάτι μου από την κακία, η οποία, όταν μπή μέσα της η ζήλεια και το πείσμα, μπορεί να φθάση σε δαιμονικό βαθμό.
Ούτε τον Θεό υπολογίζουν μετά οι άνθρωποι· γίνονται ταγκαλάκια σωστά. Και τους άλλους βασανίζουν και οι ίδιοι βασανίζονται και
αιώνια θα βασανίζωνται - Θεός φυλάξοι -, αν δεν διώξουν την ζήλεια.
Η γυναίκα πρέπει να προσέχη πολύ την ζήλεια. Επιβάλλεται να βγάλη τον εαυτό της από την αγάπη της, για να μείνη καθαρή η πολλή αγάπη που έχει.
-    Πώς θα γίνη αυτό, Γέροντα;
-    Αν ξεπεράση τις μικρότητες και καλλιεργήση την πνευματική λεβεντιά και την πνευματική αρχοντιά, την θυσία.
Η αρχοντιά είναι το αντίδοτο της ζήλειας. Αλλά δυστυχώς λίγοι έχουν αρχοντιά.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 117-121)

ΑΠOΦΑΣΙΣΑΝ κάποτε οι Γέροντες στην σκήτη να κάνουν Πρεσβύτερο τον Αββά Ισαάκ.
Μόλις το έμαθε εκείνος, έφυγε κρυφά και κρύφτηκε σ’ ένα χωράφι κοντά στον δρόμο που οδηγούσε στην πόλη.
Οι Γέροντες τον κυνήγησαν κι όταν έφτασαν σ’ εκείνο το χωράφι, στάθηκαν να ξεκουραστούν κι άφησαν το ζώο που είχαν μαζί τους να βοσκήσει.
Εκείνο τότε, οδηγημένο από την θεία Πρόνοια, πήγε και στάθηκε κοντά στον θάμνο που ήταν κρυμμένος ο Αββάς.
Όταν πήγαν οι Γέροντες να το πάρουν, είδαν τον Ισαάκ. Αποφάσισαν τότε να τον δέσουν και να τον οδηγήσουν δια της βίας πίσω στην σκήτη.
Εκείνος όμως δεν τους άφησε.
- Αν και είμαι ανάξιος γι’ αυτό το υψηλό αξίωμα, τους είπε, δεν φευγω πια, γιατί βλέπω πως είναι θέλημα Θεού να το δεχτώ.
Οπου κι αν πάω, δεν θα το αποφύγω.



(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.145)

58. Σε τι συνίσταται το τριαδολογικό πρόβλημα;

Στη διαφύλαξη της ενότητας του χριστιανικού Θεού, δηλαδή στη σωστή σχέση των προσώπων προς τη θεία ουσία, ώστε να υπάρχει ένας μόνο Θεός και όχι τρεις, και στη σωστή σχέση των θείων προσώπων προς άλληλα.

Το ζήτημα αυτό είναι αρκετά δύσκολο. Στην αρχαία Εκκλησία έγιναν πολλές προσπάθειες ερμηνείας του δόγματος, μερικές από τις οποίες κατέληξαν σε αίρεση.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 80)

57. Πώς μπορεί να προσεγγίσει κανείς το δόγμα του Τριαδικού Θεού;

Η περί τριαδικού Θεού διδασκαλία αποτελεί το κορυφαίο δόγμα της ορθόδοξης πίστεως. Είναι αλήθεια μυστηριακή, υπερβαίνουσα απόλυτα την ανθρώπινη κατάληψη. Ο ανθρώπινος λόγος με την όποια ιδιοσυστασία και την ποιότητά του, αδυνατεί να την προσεγγίσει. Ούτε υπάρχει κτιστή αναλογία που να την εκφράσει. Τόσο ο σοφός πιστός όσο και ο αμαθής βρίσκονται σε ίση απόσταση από το μέγεθος της θείας απειρίας. Μόνο με τη φωτισμένη πίστη μπορούμε κάπως να προσεγγίσουμε το απερινόητο μυστήριο. Αλλά και προσεγγίζοντάς το νιώθουμε να χανόμαστε στον ωκεανό της θείας ακαταληψίας. Το μόνο που αισθανόμαστε είναι ότι μιλάμε με το Θεό, ότι το Πνεύμα το Άγιο μιλάει στις φτωχικές μας καρδιές. Αυτός είναι ο πολύτιμος θησαυρός ο κρυμμένος στις καθαρές και άδολες ψυχές!

Ο άνθρωπος, ο φύσει ζητητικός και ερευνητικός, δεν μπορεί παρά να προσπαθεί να ερευνήσει το Θεό. Αυτό φυσικά δεν είναι κακό, αρκεί να γίνεται μέσα στα πλαίσια που οριοθετούν η θεία αποκάλυψη, η αίσθηση της απειρίας του Θεού και η συνείδηση της πενιχρότητας του ανθρώπινου λογικού. Στην έρευνα δυστυχώς αυτή ο ανθρώπινος λόγος δεν παραμένει πάντοτε στα φυσικά του όρια τα φωτιζόμενα από την πίστη, αλλά βγαίνει έξω, απομακρύνεται από την αληθινή διάστασή του και αντί να ερμηνεύσει το μυστήριο, το διαστρεβλώνει και το καταστρέφει δημιουργώντας τις διάφορες αιρέσεις. Αυτό συμβαίνει όταν ο λόγος δουλεύει αυτόνομα, χωρίς σχέση και αναφορά προς τη χάρη και το Πνεύμα του Θεού. Σ’ αυτό το έργο ο λόγος είναι πολύ λιγοστός, θρυμματίζεται εύκολα, φθείρεται και παραμορφώνεται.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 79-80)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’

ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑ

56. Ποια είναι στον πυρήνα της η περί Θεού διδασκαλία της ορθόδοξης πίστης;

Ο Θεός της ορθόδοξης πίστεως είναι ένας στην ουσία και τριαδικός στις υποστάσεις. Δεν έχει την «πενία» θεότητας του Θεού του Ιουδαϊσμού, ο οποίος καμιά διάκριση δεν δέχεται στη θεότητα, ούτε πάλι την πολλότητα θεών της αρχαίας ειδωλολατρίας, στην οποία είναι άγνωστη η ενότητα της ουσίας του Θεού. Ο χριστιανικός Θεός βρίσκεται στο μέσο των δύο αυτών ακροτήτων. Είναι και ένας (ουσία) και τρεις (υποστάσεις). Είναι Θεός τριαδικός.

Η μία ουσία του Θεού, αόρατη και ακατάληπτη, πληρούται ισομερώς και στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, τον Πατέρα, τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιο. Τα θεία πρόσωπα είναι ίδια το ένα με τα αλλά ως προς την ουσία, άρα δεν έχουμε τρεις διαφορετικούς θεούς, αλλά ένα και μόνο. Η κατηγορία επί τριθεϊσμώ είναι εντελώς ξένη και ανάρμοστη προς την έννοια του χριστιανικού Θεού.

Πηγαία θεότητα στην Αγία Τριάδα είναι μόνος ο Πατήρ (αρχή της θεότητος = μοναρχία). Απ’ αυτόν γεννάται ο Υιός και εκπορεύεται το Πνεύμα το Άγιο. Τα υποστατικά ιδιώματα, εκφράζοντα τον τρόπο προέλευσης των προσώπων, είναι το άναρχο και αγέννητο για τον Πατέρα, το γεννητό για τον Υιό και το επορευτό για το Άγιο Πνεύμα. Τα ιδιώματα αυτά είναι αυστηρώς προσωπικά, ακίνητα και ασύγχυτα. Αποτελούν δε σχέσεις στην Τριάδα αΐδιες· δεν υπάρχει δηλαδή σ’ αυτές η έννοια του χρόνου, το πρότερο και το ύστερο. Ο Υιός, επειδή γεννάται, δεν σημαίνει ότι είναι μεταγενέστερος και κατώτερος από τον Πατέρα, ούτε και το Άγιο Πνεύμα: «Άμα Πατήρ, άμα Υιός, άμα Πνεύμα Άγιον». Στη βάση ότι υπάρχει μία ουσία στα θεία πρόσωπα, αυτά είναι ισότιμα και δεν υποτάσσονται το ένα στα αλλά. Έχουν το αυτό αξίωμα και την αυτή περιωπή στη θεότητα.

Οι υποστάσεις δεν είναι κέντρα τοπικά στα οποία μερίζεται ο ένας Θεός, αλλά διακρίσεις θεοπρεπείς στη μία ουσία του Θεού, την οποία δεν συνθέτουν, καταλείποντας ανέπαφη την απόλυτη απλότητά της.

Τα θεία πρόσωπα είναι ξεχωριστά και ίδια. Εντούτοις δεν είναι ξένα μεταξύ τους. Εμπεριχωρούν το ένα τα αλλά. Ο δεσμός της αλληλοπεριχωρήσεως αυτής είναι η αγάπη. Στην Αγία Τριάδα υπάρχει, τέλος, ενότητα βουλής και ενέργειας κατά τον καθιερωμένο τυπο: «εκ Πατρός δι’ Υίου εν Αγίω Πνεύματος». Ο Πατήρ συλλαμβάνει «απ’ αιώνος» (= προ του χρόνου) το σχέδιο της δημιουργίας και των άλλων εξωτερικών ενεργειών της θεότητος, το οποίο φέρει εις το είναι ο Υιός και τελειοποιεί το Πνεύμα το Άγιο.

Εκτός της ουσίας και των προσώπων (υποστάσεων) υπάρχουν στη θεότητα και οι θείες ενέργειες. Ο Θεός δεν είναι κρυμμένος και αδρανής, ανενέργητος στην απόλυτη υπερβατικότητα της θείας οσίας του. Αν αυτό συνέβαινε, θα ήταν Θεός άχρηστος, ανέκφραστος, ένα φάσμα θεότητας. Ποιος και γιατί θα τον εγνώριζε; Αντίθετα, είναι δραστήριος και ενεργός. Αυτό γίνεται στις θείες του ενέργειες. Είναι δε οι θείες ενέργειες θεοπρεπείς διακρίσεις στη θεότητα, στον ίδιο βαθμό που είναι και οι θείες υποστάσεις. Όπως δε αυτές διακρίνουν τη θεότητα χωρίς να τη συνθέτουν, έτσι και οι θείες ενέργειες εκφράζουν το Θεό, χωρίς να επιφέρουν σύνθεση στην απλή φύση του. Όπως οι υποστάσεις, έτσι και οι θείες ενέργειες είναι διακρίσεις αΐδιες στον Τριαδικό Θεό. Δεν προσδιορίζονται
από το χρόνο, ο οποίος είναι το μέτρο διαδοχής και εξελίξεως των φυσικών όντων. Δεν υπάρχει σ’ αυτές το πρότερο και το ύστερο που θα αλλοίωνε τη φύση ταυ Θεού. Χωρίς αυτές δεν μπορεί να νοηθεί η θεότητα. Οι θείες ενέργειες είναι ο έμφυτος πλούτος της θεότητας. Σε αντίθεση με τη θεία ουσία, που είναι απόλυτα υπερβατική, ανέκφραστη και ακοινώνητη, οι θείες ενέργειες είναι κοινωνητές και μεταδότες. Με αυτές ο Θεός εξωτερικεύεται, δημιουργεί τα όντα, αποκαλύπτεται στον κόσμο για τον οποίο προνοεί και αγιάζει τον άνθρωπο σώζοντάς τον από την αμαρτία. Οι θείες ενέργειες είναι πολλές, ανάλογα με το εξωτερικό έργο (ad extra) της Τριαδικής θεότητος (ενέργεια δημιουργική, προνοητική, σοφοποιός, αγιαστική, θεοποιητική κ.τ.ο.). Οι θείες ενέργειες —συνωνυμικά: χάρις, φως Χριστού, δόξα της Τριάδος— είναι μέγεθος άκτιστο και αδημιούργητο.

Στη θεότητα, τέλος, έχουμε τις διακρίσεις και τις ενώσεις. Τις πρώτες συνιστούν οι υποστάσεις και οι θείες ενέργειες, ενώ τις δεύτερες η θεία ουσία, η ενότητα της θείας βουλής και η αλληλοπεριχώρηση των τριαδικών προσώπων. Στα δύο αυτά πνευματικά μεγέθη εξισορροπείται η αληθινή ιδέα του χριστιανικού Τριαδικού Θεού.


(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 77-79)

55. Τι λέγει περί των ακολουθιών του προπατορικού αμαρτήματος ο Προτεσταντισμός;

Και του συστήματος αυτού οι σχετικές αντιλήψεις προσδιορίζονται από τα περί αρχέγονης καταστάσεως και δικαιοσύνης διδάγματα αυτών. Την αρχέγονη δικαιοσύνη οι Προτεστάντες δεν φέρουν σε εσωτερική μόνο σχέση και οργανικό σύνδεσμο με το «κατ’ εικόνα», αλλά την ταυτίζουν πλήρως με την πνευματική φύση του ανθρώπου. Ορθώς βέβαια εκδέχονται το προπατορικό αμάρτημα κατά τις δύο βασικές του όψεις, αρνητική και θετική, άφ’ ενός μεν ως απώλεια των δώρων της αρχέγονης δικαιοσύνης, άφ’ έτέρου δε ως διαφθορά και μολυσμό του έσω ανθρώπου. Η ταύτιση όμως αρχέγονης δικαιοσύνης και εικόνος τους οδηγεί σε ακραίες τοποθετήσεις. Η καταστροφή των δώρων της θείας δικαιοσύνης συνεπιφέρει και την καταστροφή της πνευματικής ουσίας του ανθρώπου, καταστροφή του «κατ’ εικόνα». Μετά την πτώση του ο άνθρωπος είναι πνευματικά νεκρός. Χωρίς τη δύναμη του παναγίου Πνεύματος ο μεταπτωτικός άνθρωπος δεν μπορεί να νοήσει και να πράξει το αγαθό. Σε τόση διαφθορά και νέκρωση έχει περιπέσει, ώστε και αυτές οι ενάρετες πράξεις που κάνει να μην είναι άλλο παρά «εγκλήματα λάμποντα» (Splendida vitia). Η μόνη δυνατότητα που του απέμεινε είναι να εκλέγει και να πράττει έργα καλά ή κακά, που αναφέρονται στην παρούσα ζωή (να τρώγει, να πίνει, να δουλεύει, να έχει φίλους, να μαθαίνει τέχνες κ.τ.ο.). Ο Τύπος της Συμφωνίας λέγει: «Το κληρονομικόν αμάρτημα εν τη ανθρωπίνη φύσει δεν είναι μόνον η εντελής απσυσία, η έλλειψις πάντων των πνευματικών και εις τον Θεόν αφορώντων αγαθών, αλλά και ότι αντί της απολεσθείσης εικόνος του Θεού εν τω ανθρώπω υπάρχει εσωτάτη, χειρίστη, βαθυτάτη, δίκην αβύσσουν ανεξερεύνητος και ανέκφραστος διαφθορά πάσης της φύσεως και πασών των δυνάμεων και προ πάντων των ανωτάτων και κυριωτάτων ψυχικών δυνάμεων, του νου, του λόγου, της καρδίας και της θελήσεως. Διό ο άνθρωπος μετά την πτώσιν κληρονομεί παρά των γονέων αυτού σύμφυτον κακήν τινα δύναμιν, εσωτερικήν τινα ακαθαρσίαν της καρδίας, κακάς επιθυμίας και κακάς κλίσεις».

Οτι τα διδάγματα αυτά του Προτεσταντισμού διαπνέονται από έντονη θρησκευτικότητα, είναι αναντίρρητο.
Ο άνθρωπος, μη έχοντας πεποίθηση στις δικές του δυνάμεις τις κυριαρχούμενες από τη σύμφυτη φθορά της αμαρτίας, στρέφεται αποκλειστικά προς το Θεό, από τον οποίο προσδοκά τη σωτηρία του. Ο υπερτονισμός όμως της πνευματικής απονεκρώσεως του ανθρώπου, του μη δυνάμενου να στοχασθεί και να πράξει το αγαθό, είναι δίδαγμα ασύστατο και καταστρεπτικό, αντιφάσκον προς το θρησκευτικό συναίσθημα του ανθρώπου, την πνευματική ιστορία του και τα διδάγματα της αγίας Γραφής. Η Γραφή αναγνωρίζει στον πεσμένο άνθρωπο την «εικόνα του Θεού» ως τη δυνατότητα να τελεί εμφύτως το νόμο του Θεού. Ο Νώε αναδείχτηκε δίκαιος όχι μόνο με τη βοήθεια του Θεού, αλλά και με τις δικές του ηθικές και πνευματικές δυνάμεις. Αλλά και ο αλγεινός πόθος των ανθρώπων για τη θρησκευτική ζωή δεν θα είχε νόημα, σε περίπτωση πλήρους πνευματικής τους απονεκρώσεως. Θα ήταν δε ανεξήγητη και η παιδαγωγία της πρόνοιας του Θεού, ώστε να δεχτούν οι άνθρωποι την έλευση στον κόσμο του Υιού του Θεού, αν αυτοί ήταν ακίνητοι προς τα πνευματικά. Και γιατί να ανέβαλλε την έλευσή του στον κόσμο ο Θεός;

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 71-73)

54. Ποιες είναι οι ακολουθίες του προπατορικού αμαρτήματος κατά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία;

Ο σαφής καθορισμός της σχετικής διδασκαλίας της Ρωμαϊκής Εκκλησίας δεν είναι πάντα ευχερής, δεδομένης της ποικιλίας αναχρώσεων στη θεολογική σκέψη πολλών από τους διδασκάλους της.

Πάντως τις ακολουθίες του προπατορικού αμαρτήματος πρέπει να συσχετίσουμε προς τα περί πρώτης καταστάσεως και αρχέγονης δικαιοσύνης διδάγματα της λατινικής Εκκλησίας. Όπως στα προηγούμενα σημειώσαμε, στην καθαρά φύση του προπάτορα στον παράδεισο (Status naturae purae) υπήρχαν αντίρροπες και αντιμαχόμενες ορέξεις και ορμές (σαρκικές και ψυχικές), τις οποίες εξισορροπούσε η παρουσία των υπερφυσικών δώρων της χάριτος, που σαν σκοπό είχαν να ηρεμούν τον άνθρωπο και να τον βοηθούν στην επιτυχία του σκοπού της δημιουργίας του. Τα δώρα αυτά δεν βρίσκονταν σε εσωτερική σχέση και οργανικό σύνδεσμο με την πνευματική ουσία του ανθρώπου, αλλ΄ ήταν πρόσθετο δώρο της χάριτος (Donum superadditum), που βρισκόταν σε εξωτερική σχέση με το «κατ’ εικόνα».

Δια της παραβάσεως της εντολής τα υπερφυσικά αυτά δώρα αφανίστηκαν. Η χάρη εγκατέλειψε τον άνθρωπο, η φύση του οποίου παρέμεινε στην προπτωτική της κατάσταση. Το «κατ’ εικόνα» εξασθένισε μεν, δεν έπαθε όμως ουσιαστική ζημιά. Εγυμνώθηκε απλώς, μένοντας όπως ήταν πριν από την πτώση. Η αμαρτητική ορμή, η άτακτη κίνηση του νου και της βουλήσεως, δεν είναι ο ειδικός καρπός και η ουσία του προπατορικού αμαρτήματος, αφού όλα αυτά ήταν και στην πρώτη φύση, τα δε δώρα της χάριτος εμπόδιζαν τη δραστηριοποίησή τους.

Στον κύκλο των σκέψεων αυτών το προπατορικό αμάρτημα χάνει την ουσιαστική σημασία του, περιοριζόμενο αρνητικά στη στέρηση των δώρων της αρχέγονης δικαιοσύνης. Ότι οι αντιλήψεις αυτές φέρουν ανάχρωση πελαγιανική, είναι αυτονόητο. Ομοίως είναι δύσκολη η εξήγηση του καταλογισμού της ένοχης δια το αμάρτημα του προπάτορα. Οι δυτικοί θεολόγοι προσπαθούν να την εξηγήσουν με την ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι, περιλαμβανόμενοι στη φύση του Αδάμ, συναμάρτησαν μαζί του στον παράδεισο.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 70-71)

Ακοινωνησία
επιτίμιο από τον Χρυσόστομο
Δεχόταν κατηγόρους εναντίον μου κληρικούς που είχαν από μένα επιτίμια,
τους απάλλασσε απ’ τα επιτίμια της ακοινωνησίας,
χωρίς να χουν απορριφθεί οι εναντίον τους κατηγορίες,
δεχόταν απ’ αυτούς λιβέλλους εναντίον μου και άλλα έγγραφα,
και ενεργούσε αντίθετα απ’ τούς νόμους και τους κανόνες.
Ε.Π.Ε. 38,22

Ακολασία
χειρότεροι απ’ το Σατανά
Εγώ τουλάχιστον θα προτιμούσα να συζώ με μύριους δαιμονισμένους,
παρά μ’ έναν, πού πάσχει απ’ αυτή την αρρώστια (τη φιλαργυρία).
Και το ότι δεν πέφτω έξω, φαίνεται από όσα συμβαίνουν.
Οι φιλάργυροι θεωρούν εχθρό τους κι αυτόν πού δεν τους έβλαψε,
και θέλουν να τον κυριεύσουν, μολονότι είναι ελεύθερος,
και σκέπτονται μύρια κακά για να τον εκμεταλλευτούν.
Ενώ οι δαιμονισμένοι δεν κάνουν κάτι τέτοιο.
Αντίθετα, στρέφουν το πάθος τους εναντίον του εαυτού τους.  
Ε.Π.Ε. 10,268

πως γεννιέται;
Από πουθενά αλλού δεν γεννιέται η σαρκολατρία,
όσο από την κακή συνήθεια και τα απρόσεκτα λόγια και από την οκνηρία και τεμπελιά
κι απ’ του να κάθεται κανείς και να μη κάνει τίποτε.
Ε.Π.Ε. 19,228

στη ζωή
Οι υλιστές ζουν μόνο για την κοιλιά και χάσκουν για τα παρόντα.
Δεν διαφέρουν καθόλου από γουρούνια και τράγους,
ως προς την ασέλγεια και την υπερβολική φαγοποσία.
Ένα μόνο ξέρουν, να καλοτρώνε και να μεθάνε.
Ε.Π.Ε. 34,114

ίπποι θηλυμανείς
Λόγω της ασέλγειας ξεπέρασαν οι άνθρωποι και τα αισχρότερα των ζώων.
Τί λέει ο προφήτης για την ακολασία τους;
Έγιναν ίπποι θηλυμανείς. Καθένας οργίαζε στη γυναίκα του άλλου.
Ε.Π.Ε. 34,128


(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 129-130)

53. Ποιες ήταν οι ακολουθίες της αδαμικής παραβάσεως;

Στο σημείο αυτό υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη διδασκαλία των Εκκλησιών, τις οποίες προσδιορίζουν κατά κανόνα τα περί πρώτης καταστάσεως και αρχέγονης δικαιοσύνης διδάγματα αυτών.

Κατά την ’Ορθόδοξη Εκκλησία, δεδομένης της διδασκαλίας της ότι η αρχέγονη δικαιοσύνη (τα δώρα της χάριτος με τα οποία κόσμησε την πρωτόκτιστη φύση ο Θεός) δεν ήταν απλή εξωτερική προσθήκη αλλά σύνδεσμος εσωτερικός και οργανικός με το «κατ’ εικόνα» στον άνθρωπο, η αμαρτία του Αδάμ από τη μια μεριά γύμνωσε τη φύση από τα πνευματικά δώρα της χάριτος (αφάνισε δηλ. την αρχέγονη δικαιοσύνη), κι από την άλλη αμαύρωσε και αχρείωσε το «κατ’ εικόνα».

Με την απώλεια των δώρων της αρχέγονης δικαιοσύνης ο άνθρωπος διέρρηξε την κοινωνία που είχε με τον Δημιουργό, έγινε ξένος και έρημος της χάριτος του Θεού, διετάραξε τη σχέση του με την φυσική κτίση, την οποία τελικά λάτρευσε, και απορροφήθηκε από τα υλικά πράγματα της γης.

Η δε άχρείωση του κατ’ εικόνα σημαίνει φθορά και καταστροφή του έσω ανθρώπου κυριαρχομένου από το σαρκικό φρόνημα, την αμαρτητική ορμή (concupiscentia). Ο νους, το κέντρο της πνευματικής ουσίας του ανθρώπου, από την κατεύθυνση που είχε προς το Θεό και τα θεία πράγματα, στράφηκε προς την ύλη και τα πράγματα του κόσμου, ενώ η βούλησή του, που κι αυτή φερόταν προς το Θεό και ήθελε τα πράγματα του Θεού, μετά την πτώση φέρεται σταθερά προς το κακό, επιθυμώντας την αμαρτία. Σε τέτοια κατάσταση ευρεθείς ο μεταπτωτικός άνθρωπος παραβάλλεται προσφυώς προς τη φύση του εμπεσόντος στους ληστές (κατά την παραβολή του Κυρίου), την οποία εκείνοι γύμνωσαν και κακοποίησαν.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι την αχρείωση του «κατ’ εικόνα» η ορθόδοξη ανθρωπολογία δεν την εκδεχεται ως πλήρη απόσβεση και καταστροφή, ώστε ο μεταπτωτικός άνθρωπος να είναι πνευματικά αναίσθητος και νεκρός. Και με τη φθαρείσα εικόνα του ο άνθρωπος δεν έπαυσε να διασώζει στη φύση του ίχνη του θείου φωτός, βάσει των οποίων μπορεί να κάνει το καλό» όπως λέγει ο Απ. Παύλος, μαρτυρούν δε στην Π. Διαθήκη οι μαίες που αθέτησαν τη διαταγή του Φαραώ και Ραάβ η πόρνη που έσωσε τους αγγέλους (απεσταλμένους) του Ιησού του Ναυή. Το φυσικό αυτό καλό δεν μπορεί βέβαια να σώσει τον άνθρωπο, αλλ΄ ούτε και να τον κατακρίνει. Το καλό δεν μπορεί να γίνει κακό. Μόνο το πνευματικό καλό (δηλ. του αναγεννημένου) μπορεί να συμβάλλει στη σωτηρία του
ανθρώπου.

Τέλος ως προς το φρόνημα της σαρκός, την αμαρτητική ορμή που βρίσκεται σε κάθε άνθρωπο, πρέπει να γίνει διαστολή της παρουσίας του στο φυσικό άνθρωπο (τον μη βαπτισμένο) και της παρουσίας του στον αναγεννημένο. Στον πρώτο η παρουσία του αμαρτητικού, προερχομένου από έδαφος ψυχής μολυσμένο από το προπατορικό αμάρτημα, είναι αμαρτία και κατακρίνεται· ενώ στο δεύτερο, του οποίου η ψυχή είναι αναγεννημένη δια του βαπτίσματος, δεν είναι αμαρτία αλλά κατάσταση αδιάφορη, εκτοπισμένη στην κατώτερη σφαίρα της φύσεως, που στα χέρια της πρόνοιας του Θεού μπορεί να διαδραματίσει άριστο μέσο παιδαγωγίας του ανθρώπου. Στο μέτρο δηλαδή που ο άνθρωπος (ο αναγεννημένος φυσικά) καταγωνίζεται το αμαρτητικό αυτό μπορεί, με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού, να το περιστείλει, προαγόμενος πνευματικά και τελειούμενος. Αντίθετα, αν ολιγωρήσει, μπορεί να κυριευθεί από την αμαρτητική ορμή, να εκπέσει από το αγαθό και να απολεσθεί.

Βεβαίως αυτά τα πράγματα εμείς οι αδύνατοι δύσκολα τα καταλαβαίνουμε. Δεν μπορούμε δηλαδή να κατανοήσουμε, πώς το ιερό βάπτισμα αφανίζει την αμαρτία από την ψυχή και αναγεννά τον άνθρωπο πνευματικά και την ίδια στιγμή παραμένει στη φύση η αμαρτητική ορμή, που είναι λείψανο της αμαρτίας.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 68-70)

katafigioti

lifecoaching