175. Στα γήινα θέλγητρα, δεν υπάρχει ζωή αληθινή, αλλά θλίψις και θάνατος πνευματικός. Έχει λοιπόν δίκιο ο Κύριος να παραπονήται με το στόμα του Προφήτου, λέγοντας για τους άπιστους ανθρώπους: «ἐμὲ ἐγκατέλιπον πηγὴν ὕδατος ζωῆς, καὶ ὤρυξαν ἑαυτοῖς λάκκους συντετριμμένους, οἳ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» (Ιερεμ. β’ 13). Μάταια προσπαθούμε να αντλήσουμε αληθινή χαρά από εκεί. Όλα τα γήινα αγαθά είναι φθαρτά, διαβατικά, καταλήγουν σε θάνατο. Ο Διάβολος, ο κάτοχος της δυνάμεως του θανάτου, επιδιώκει, αιχμαλωτίζοντάς μας στη λατρεία αυτών των αγαθών, να απεργασθή τον αιώνιο θάνατό μας. «Στώμεν καλώς», λοιπόν. Ας είμαστε άγρυπνοι προς όλες τις κατευθύνσεις, ώστε τίποτε…
«Αν κάποιος θέλει να υπηρετεί εμένα, εμένα ν’ ακολουθεί. Και όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι και ο υπηρέτης ο δικός μου…» (Ιωάν. 12:26). «…Αυτοί είναι που ακολουθούν το Αρνί, όπου κι αν πάει» (Αποκ. 14:4)     «Ω, Κύριε, εσύ είσαι η βελόνα κι εγώ η κλωστή…». Έτσι είπε στην προσευχή του μια βραδιά ένας ντόπιος σ’ έναν ιεραποστολικό σταθμό του Κογκό. Είχε επισκεφτεί το χριστιανικό σχολείο εκείνη τη μέρα και βλέποντας τα κορίτσια να ράβουν, είχε παρατηρήσει πως η κλωστή πάντοτε ακολουθούσε τη βελόνα. «Ακολουθήστε με» είπε ο Κύριος στους μαθητές Του. Πρέπει να είμαστε πάντοτε τόσο κοντά…
172. Όλα, ευχάριστα και λυπηρά, που συμβαίνουν σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, παρέρχονται, έχουν ένα τέλος. Φεύγουν σαν την απατηλή νύκτα, μόλις ανατείλη ο ήλιος. Έτσι, ο χριστιανός, που είναι καλεσμένος για την ουράνια πατρίδα και περνά σαν ξένος και περεπίδημος από τη γη, δεν πρέπει να προσκολλά την καρδιά του σε τίποτε το γήινο. Ανήκει αποκλειστικά στον Κύριο, την Πηγή της Ζωής, που ανέστη για να μας δώση την αιώνια ζωή. 173. Κύριε! Αξίωσέ με, με τη χάρι σου, να μην αφήσω ανεκμετάλλευτα τα τάλαντα που μου εμπιστεύθηκες. Κάνε, ώστε να χρησιμοποιώ τις δωρεές σου κατά σωτήριο για μένα…