κθ'. Διηγήθηκαν για τον Αββά Αγάθωνα, ότι προθυμοποιόταν να κάνη κάθε εντολή. Και αν επιβιβαζόταν σε πέραμα, ο ίδιος πρώτος κρατούσε το κουπί. Και όταν τον επισκέπτονταν αδελφοί, ευθύς, μετά την προσευχή, με τα χέρια του τους έστρωνε τραπέζι. Γιατί ήταν πλημμυρισμένος από αγάπη θεού. Ενώ δε σίμωνε η κοίμηση του, έμεινε τρεις μέρες έχοντας ανοιχτά τα μάτια και ακίνητα. Και τον σκούντησαν οι αδελφοί, λέγοντας : « Αββά Αγάθων, που είσαι ; ». Τους λέγει : « Μπροστά στο κριτήριο του Θεού στέκομαι ». Του λέγουν : « Και συ φοβάσαι, πάτερ ; ». Τους απαντά : « Βέβαια,…